Η γραφή είναι μια πολύ βασική δεξιότητα για τη ζωή ενός παιδιού και επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό τόσο τη σχολική επίδοση όσο και την έκφραση και την επικοινωνία του. Αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητας του καταλαμβάνοντας το 85% των δραστηριοτήτων λεπτής κινητικότητας και κινητικού συντονισμού που πραγματοποιούνται μια τυπική μέρα στο σχολείο. Είναι προφανές λοιπόν πως αν υπάρχουν δυσκολίες στον τομέα της γραφής θα επηρεαστεί σημαντικά η σχολική επίδοση, η μαθησιακή ικανότητα καθώς και η αυτοπεποίθηση και αυτοεκτίμηση του παιδιού. Πιο συγκεκριμένα μπορεί να παρατηρήσουμε χαμηλή επίδοση στις γραπτές δοκιμασίες, δυσκολία στο να κρατήσει σημειώσεις, περεταίρω χρονική διάρκεια των δραστηριοτήτων γραφής, άρα και περεταίρω κόπωση συγκριτικά με τα υπόλοιπα παιδιά της τάξης, καθώς και άρνηση χρήσης και καλλιέργειας του γραπτού λόγου.
Τα παιδιά που έχουν τις μεγαλύτερες πιθανότητες να εμφανίσουν δυσκολίες στη γραφή πολύ συχνά είναι παιδιά με:
• Δυσλειτουργίες του κεντρικού νευρικού συστήματος.
• Μαθησιακές δυσκολίες.
• Διαταραχή ελλειμματικής προσοχής-υπερκινητικότητα.
• Αναπτυξιακές διαταραχές.
• Ειδικές αναπτυξιακές διαταραχές (κινητικού συντονισμού-λόγου).
• Διαταραχές αυτιστικού φάσματος.
Αυτές οι δυσκολίες μπορεί να οφείλονται σε:
• Οπτικοκινητικές δυσλειτουργίες.
• Αντιληπτικό-κινητικές δυσλειτουργίες.
• Δυσκολίες στάσης και θέσης του σώματος.
• Δυσκολίες συντονισμού.
• Δυσκολίες αισθητηριακής οργάνωσης.
• Δυσκολίες πράξης-κινητικού σχεδιασμού.
• Δυσκολίες οπτικής αντίληψης.
Είναι πολύ σημαντικό να αναγνωρίσουμε αυτές τις δυσκολίες όσο νωρίτερα γίνεται, μιας και μετά το πέρας της Γ’ Δημοτικού είναι πολύ δύσκολο να παρέμβουμε.
Ένας από τους ειδικούς που παρεμβαίνει όταν εντοπίζονται δυσκολίες στον τομέα της γραφής είναι ο εργοθεραπευτής. Ένας εργοθεραπευτής θα συλλέξει πληροφορίες από τους εκπαιδευτικούς και τους γονείς του παιδιού και στη συνέχεια θα προχωρήσει στην κλινική του παρατήρηση. Μέσω της παρατήρησης αυτής θα είναι σε θέση να ελέγξει την επίδοση της γραφής. Πιο συγκεκριμένα, τους συμπεριφορικούς παράγοντες (αντοχή-κόπωση, διάρκεια προσοχής, κίνητρο), την ταχύτητα, το ευανάγνωστο του κειμένου, τους τομείς της γραφής. Στη συνέχεια θα εξετάσει αν οι δυσκολίες που παρουσιάζονται οφείλονται σε εργονομικούς παράγοντες (χώρος, εξοπλισμός), κινητικούς και νευρομϋικούς παράγοντες (στάση σώματος, σταθερότητα και κινητικότητα του άνω άκρου, λεπτή κινητικότητα, πλευρίωση, λαβή μολυβιού, πέρασμα μέσης γραμμής, δύναμη, κινητικός σχεδιασμός κα.) ή οπτικο-αντιληπτικούς παράγοντες (διάκριση εικόνας φόντου, θέση στο χώρο, σταθερότητα φόρμας κ.α.). Αφού λοιπόν εντοπίσει τον τομέα ή τους τομείς που πλήττονται θα παρέμβει με στοχευμένες δραστηριότητες που έχουν νόημα για το παιδί με σκοπό να τους ενισχύσει όσο το δυνατόν περισσότερο. Μερικοί από τους τρόπους παρέμβασης είναι η παροχή διαφορετικού γραφικού εργαλείου, η ενδυνάμωση της άκρας χείρας, η ανάπτυξη της επιδεξιότητας στη λεπτή κινητικότητα και η εργονομική προσαρμογή του χώρου του σπιτιού και του σχολείου. Τέλος είναι σημαντικό να τονιστεί η αξία της συνεργασίας με τα υπόλοιπα μέλη της διεπιστημονικής ομάδας και την οικογένεια.